Ο καημένος ο Σταμάτης μούδιασε έτσι ακίνητος όπως ήταν μέσα στο φανάρι κι είπε να το σκάσει για λίγο και να ξεμουδιάσει. Κατέβηκε λοιπόν κρυφά κι όπως πήγαινε στο δρόμο βρήκε δύο κατακόκκινα
πούχαν πέσει από το καλάθι της νοικοκυράς. Τα πήρε, τα βαλε στ? αυτιά του κι επερπάταγε καμαρωτός ,καμαρωτός!Πιο κει βρήκε μια κατακόκκινη
κι άρχισε να την πετάει εδώ κι εκεί, γιατί νόμισε πως είναι τόπι. Μα τούτη του ξέφυγε, έπεσε στο κεφάλι του, έσπασε και τον γέμισε κόκκινα ζουμιά! Κοκκίνισε ακόμη πιο πολύ και ντράπηκε τους περαστικούς για το χάλι του. Ωστόσο στο φανάρι γινόταν μεγάλο κακό, γιατί τα αυτοκίνητα δεν μπορούσαν να περάσουν επειδή ήταν μόνος ο Γρηγόρης στο φανάρι και περνούσαν μόνο οι πεζοί. Τότε τ? αυτοκίνητα άρχισαν να κορνάρουν όλα μαζί Πω πω!! Τι γινόταν εκεί!!!
Άκουσε τα κορναρίσματα ο κατάλαβε τι γινόταν και ήθελε να γυρίσει γρήγορα!Εκείνη τη στιγμή περνούσε ουρλιάζοντας η
πήδησε πάνω της, ανέβηκε ψηλά τη σκάλα και μόλις έφθασαν στο φανάρι , τσουπ πήδησε και ξαναμπήκε στη θέση του.
Σταμάτησαν οι πεζοί , πέρασαν τα αυτοκίνητα μα τα παιδιά από το απέναντι πεζοδρόμιο άρχισαν να γελούν μόλις τον είδαν με το κερασένιο
σκουλαρίκι και τα πασαλειμένα μούτρα.
Μα μόλις βγήκε ο Γρηγόρης ο έβγαλε το σκουλαρίκι έπλυνε και τον ντοματοχυμό από τα μούτρα του κι όλα έγιναν όπως πρώτα!Τα αυτοκίνητα περνούσαν τρέχοντας ,οι πεζοί περνούσαν σοβαρά απέναντι κι
ο
μας ποτέ δεν έμαθε ότι τη και τα
καλύτερα να τα τρώμε παρά να παίζουμε. Δεν πειράζει !Αυτό το ξέρετε εσείς παιδιά που πρέπει να τα τρώτε για να μεγαλώσετε!
Πηγή Από της χαράς τη χώρα Ε Γενειατάκη Αρβανιτίδου
Leave a reply
You must be logged in to post a comment.