Το δώρο της Παπλω?ατούς
Το δώρο της Παπλωματούς είναι ένα υπέροχο παραμύθι του Τζεφ Μπριμπό,σε εικονογράφηση Γκέιλ ντε Μάρκεν, και μετάφραση Κώστια Κοντολέων, εκδόσεις Άγκυρα 2002)που μιλά για τη χαρά της προσφοράς. Έχει βραβευτεί πολλές φορές για το περιεχόμενο του και για την εικονογράφησή του.
Μια γενναιόδωρη παπλωματού με τα μαγικά της δάχτυλα, φτιάχνει τα πιο όμορφα παπλώματα του κόσμου και τα χαρίζει στους φτωχούς. Ένας άπληστος βασιλιάς, που μέσα στο παλάτι του έχει μαζεμένους όλους τους θησαυρούς του κόσμου, ψάχνει να βρει εκείνο που θα του χαρίσει έστω ένα χαμόγελο…
Με αριστπυργηματικό τρόπο ο συγγραφέας κρατά τον αναγνώστη σε συνεχή αγωνία: Θα μπορέσει άραγε η παπλωματού να φτιάξει ένα πάπλωμα για τον βασιλιά; Άραγε ο βασιλιάς θα καταφέρει να χαμογελάσει;
Κόκκινη κλωστή δε?ένη στην ανέ?η τυλιγ?ένη, δώστου κλότσου να κυλίσει παρα?ύθι ν΄ αρχινίσει …
Μια φορά κι ένα καιρό, σ? ένα μικρό σπίτι, χαμένο κάπου ψηλά στα βουνά τα σκεπασμένα με γαλάζια ομίχλη, ζούσε μια παπλωματού που έφτιαχνε παπλώματα με τα πιο όμορφα χρώματα που μπορούσε να θαυμάσει ανθρώπινο μάτι. Τα παπλώματά της τα χάριζε στους φτωχούς και τους δυστυχισμένους ανθρώπους. Κανένας πλούσιος δεν μπορούσε να τα αγοράσει.
Ο βασιλιάς, ενοχλημένος από την αντίδραση της γυναίκας, την παίρνει στη σπηλιά μιας φοβερής και τρομερής αρκούδας. Η γυναίκα δεν χάνει το θάρρος και με την ίδια πάντα καλοσύνη και αγάπη φτιάχνει ένα μαξιλάρι για την αρκούδα. Κανείς ποτέ άλλοτε δεν είχε φερθεί με τόση συμπόνια στο ζώο και για να ανταποδώσει το καλό που της έκαναν, κάθεται με την παπλωματού και απολαμβάνουν το πρωινό τους.
Από την άλλη ο βασιλιάς, αισθάνεται πολύ άσχημα για την συμπεριφορά του προς τη γυναίκα και προσπαθεί να επανορθώσει. Όταν όμως αντίκρισε την αρκούδα μαζί με την παπλωματού, τιμωρεί και πάλι τη γυναίκα. Δυστυχώς, για τον ίδιο δοκίμασε και άλλους πιο σκληρούς τρόπους για να τιμωρήσει τη γυναίκα. Άδικος κόπος! Η παπλωματού προσφέρει απλόχερα την αγάπη της παντού. Η απόφασή της για το πάπλωμα που τόσο επίμονα ζητά ο βασιλιάς δεν αλλάζει.
Προβληματισμένος τότε ο βασιλιάς δίνει ένα γυάλινο βόλο σε ένα αγόρι που συνάντησε στο δρόμο. Χάρισε ένα σωρό άλλα πράγματα, αλλά δεν κατάφερε να χαμογελάσει. Στη συνέχεια διέταξε να βγει στο δρόμο ο εξαίσιος τροχός με τα αληθινά άλογα που γύριζαν γύρω – γύρω. Τα παιδιά άρχισαν να φωνάζουν ευχαριστημένα και να ανεβαίνουν πάνω στα άλογα για βόλτα. Και τότε, κάτι σαν χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του βασιλιά. Κοίταξε γύρω του και είδε όλο αυτό το κέφι, τη χαρά και την ευτυχία που τα δώρα του είχαν φέρει στους απλούς ανθρώπους. Κι ένα παιδάκι τον άρπαξε από το χέρι και τον έσυρε κι εκείνον στο χορό. Και τότε ο βασιλιάς δεν χαμογέλασε απλώς, έσκασε στα γέλια…
Στο μεταξύ, η παπλωματού κράτησε την υπόσχεσή της κι άρχισε να φτιάχνει το πιο όμορφο πάπλωμα για τον βασιλιά. Ο βασιλιάς πήρε το πάπλωμά του όταν έγινε πάμπτωχος και κυκλοφορούσε με κουρέλια. «Μα δεν είμαι φτωχός!» της είπε. «Μπορεί να με δείχνουν έτσι τα ρούχα μου, αλλά η καρδιά μου είναι γεμάτη με τις πολύτιμες αναμνήσεις από τη χαρά που πρόσφερα στους άλλους. Ευτυχία έδινα και ευτυχία έχω πάρει. Νομίζω πως τώρα είμαι ο πιο πλούσιος άνθρωπος πάνω στη γη».
Leave a reply
You must be logged in to post a comment.